Πίσω από τα κλειστά μου μάτια...

Ένα σπίτι πνιγμένο σε πρασινάδες και λουλούδια! Συμφωνία χρωμάτών, αρωμάτων και ήχων... Η γη μας στάζει αφθονία και το ποτάμι κυλά πάντα, για πάντα -τ' ακούς;
Λόγια σαν μουσική, και γέλια ανάμεσα σε σιωπές πλήρεις.
Μυρίζει σπιτικό φαγητό... Το γλυκό γίνεται... Οι κούπες περιμένουν να δεχτούν εκλεκτό τσάι...
Τα βουνά, αγέρωχα και δεσποτικά, ρωτούν. Η θάλασσα, αινιγματική κι απόκοσμη, αποφεύγει τις εύκολες απαντήσεις. Κι ο έναστρος ουρανός τις νύχτες υφαίνει τα πιο όμορφα όνειρά μας.

Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2011

(Στα) Πράσα!


Το πράσο είναι ποώδες, διετές, ιθαγενές φυτό και ανήκει στο γένος Άλλιο και στην οικογένεια των Λειριοειδών (Liliaceae).
Έχει στενή συγγένεια με το κρεμμύδι και είναι ανθεκτικό φυτό με ζωηρή ανάπτυξη. Η καταγωγή του είναι από τη Μέση Ανατολή και από τις χώρες της ανατολικής Μεσογείου και διαδόθηκε στην Ευρώπη από τους Ρωμαίους. Καλλιεργείται για το βολβό και τα φύλλα του. Ο πολλαπλασιασμός του πράσου γίνεται με σπόρο. Τον πρώτο χρόνο, από ένα βλαστό αναπτύσσονται μακριά φύλλα σε σχήμα λόγχης και μία παχιά σαρκώδη βάση. Οι σαρκώδεις βάσεις των φύλλων καλύπτουν η μία την άλλη και σχηματίζουν ένα σχεδόν κυλινδρικό, παχύ και μακρύ βολβό. Ο βολβός αυτός φτάνει σε μήκος τα 40-50 εκατοστά. Στη βάση του βολβού αναπτύσσεται ένας θύσανος με ρίζες που προχωρούν σε μεγάλο βάθος. Κατά το δεύτερο χρόνο, ανάμεσα από τα φύλλα αναπτύσσεται ένα μακρύ στέλεχος που καταλήγει σε μία μεγάλη ταξιανθία, η οποία έχει 300-400 λευκά ή ρόδινα άνθη. Ο καρπός του πράσου είναι κάψα και περικλείει πολλά μαύρα σπόρια. Η σπορά μπορεί να γίνει είτε απευθείας στο χωράφι, είτε σε ειδικό ψυχρό σπορείο κατά το μήνα Μάρτιο μέχρι τον Ιούνιο. Μετά τη σπορά πρέπει να περάσουν 2 – 3 μήνες, μέχρι να βγουν τα φυτάρια. Η μεταφύτευση γίνεται τους καλοκαιρινούς μήνες, όχι όμως απευθείας, καθώς τα φυτάρια πρέπει να μείνουν σε ειδικό ξηρό μέρος και να ξεραθούν. Η συγκομιδή γίνεται το χειμώνα. Το πράσο είναι ανθεκτικό στις χαμηλές θερμοκρασίες και μπορεί να αντέξει και σε θερμοκρασία κοντά στους 0 βαθμούς.
Υπάρχουν αρκετές ποικιλίες πράσου. Στην Ελλάδα οι κυριότερες είναι:
  • Τα πράσα καλέμια, με μακρύ τρυφερό βλαστό που καλλιεργούνται στη Βόρεια Ελλάδα.
  • Τα πράσα Άργους, με μακρύ παχύ βλαστό, των οποίων καλλιέργειες βρίσκουμε σε όλη την Ελλάδα και κυρίως στη Μακεδονία.
  • Τα πράσα Αρτάκης, των οποίων ο βολβός τους είναι κοντός και καλλιεργούνται στη Νότια Ελλάδα αλλά σε μικρή έκταση.
  • Τα γιγάντια Ιταλίας, με το μεγαλύτερο παχύ βολβό.
Στην αγορά θα το βρείτε από τα τέλη του καλοκαιριού μέχρι την άνοιξη. Όταν το αγοράζετε, θα πρέπει να προσέχετε να είναι τρυφερό και τα εξωτερικά του φύλλα δεν θα πρέπει να είναι ξερά. Μπορεί να διατηρηθεί στο ψυγείο, αφού καθαρίσετε τα εξωτερικά φύλλα και κόψετε το μεγαλύτερο μέρος από τα πράσινα φύλλα κάνοντας ματσάκια των 5-10 πράσων και τυλίγοντάς τα με πλαστική μεμβράνη. Μπορούν να διατηρηθούν μέχρι και 30 ημέρες στο ψυγείο, ενώ στην κατάψυξη μέχρι και 3 μήνες.

Αποτελεί πολύ καλή πηγή μαγγανίου, βιταμίνης Β6, C, φολικού οξέος, σιδήρου, ασβεστίου και ιωδίου.
Ήταν ευρέως διαδεδομένο τόσο στην αρχαία Αίγυπτο -λέγεται ότι οι σκλάβοι που έχτιζαν τις πυραμίδες κατανάλωναν τεράστιες ποσότητες πράσου, καθώς τους εξασφάλιζε δύναμη και αντοχή- όσο και στην αρχαία Ρώμη - ο ίδιος ο Νεύτωνας έτρωγε, λένε, επί μέρες πράσο για να δυναμώσει τη φωνή του. Στην Ελλάδα υπάρχουν πολλές συνταγές που το περιλαμβάνουν. Το πράσο μαγειρεύεται είτε ολόκληρο, είτε μόνο ο βολβός του. Μπορεί να καταναλωθεί σε σαλάτα, ως συμπλήρωμα σε πατάτες, μαγειρευτό σε σούπες, ψητό στο φούρνο, σε ριζότο, σιγομαγειρεμένο με ρύζι (πρασόρυζο), σε πίτες, ενώ φτιάχνει και καταπληκτικές σάλτσες. Η γεύση του μοιάζει με αυτή του κρεμμυδιού αλλά είναι πιο ήπια και πιο γλυκιά. Είναι διουρητικό, χωνευτικό και αρκετά δροσιστικό και παράλληλα πολύ νόστιμο, με αποτέλεσμα σε πολλές συνταγές η γεύση του να κυριαρχεί ακόμη και αυτής του κρέατος.
Πηγές:
el.wikipedia.org
www.womenonly.gr

 
Πρασόρυζο

1 κιλό πράσα κομμένα σε χοντρές φέτες
2 κρεμμύδια
2 σκελίδες σκόρδο
2 πιπεριές
3 ώριμες ντομάτες ή μισό κουτάκι Pumaro
1 κ.σ. τοματοπελτέ
1 κούπα λάδι
2 φύλλα δάφνης
Αλάτι-πιπέρι
Λεμόνι

Καθαρίζουμε και πλένουμε τα πράσα και τα κόβουμε σε χοντρές ροδέλες. Σε μια κατσαρόλα βάζουμε νερό και όταν αρχίσει να βράζει τα ρίχνουμε να ζεματιστούν για 5-10 λεπτά και τα στραγγίζουμε. Στη συνέχεια ρίχνουμε το λάδι σε μια κατσαρόλα και σοτάρουμε τα κρεμμύδια και τις πιπεριές που έχουμε εν τω μεταξύ ψιλοκόψει. Προσθέτουμε τα πράσα, τη ντομάτα, τα φύλλα δάφνης, το αλάτι, το πιπέρι και λίγο νερό ζεστό, και αφήνουμε το φαγητό να βράσει (αν χρειάζεται προσθέτουμε και άλλο ζεστό νερό –αν το κάνουμε συμπληρώνουμε και αλάτι), μέχρι να μαλακώσουν τα πράσα. Ετοιμάζουμε το ρύζι, το οποίο το ρίχνουμε στο φαγητό και το αφήνουμε μέχρι να πιει το πολύ νερό και να μαλακώσει (με όση προσθήκη νερού-αλατιού χρειαστεί). Σερβίρουμε το φαγητό με λεμόνι.


Πρασόπιτα

Για τη γέμιση:

7-8 πράσα
1 κρεμμύδι ξερό
2-3 κρεμμύδια φρέσκα
Μαϊντανό
Άνιθο
Δυόσμο
300 γρ φέτα (τρίμμα)
1 αυγό
Αλάτι-Πιπέρι

Για το φύλλο και τη διαδικασία:

Βλ. άρθρο 25/11/2011




Σούπα με ρεβύθια και πράσο

2φλ. ρεβύθια ξερά
1 μέτριο πράσο κομμένο σε φέτες
2 μέτρια κρεμμύδια σε φέτες
2 δαφνόφυλλα
2 κουταλάκια θυμάρι φρέσκο ψιλοκομμένο
2 κουταλάκια μαντζουράνα φρέσκια ψιλοκομμένη
1 κύβος λαχανικών τριμμένος
2 λίτρα νερό
1 ½ φλ. λάχανο ψιλοκομμένο
125 γρ. μπρόκολο ψιλοκομμένο
2 κλαδάκια σέλινο σε φέτες

Βάζω σε μπολ τα ρεβύθια, τα σκεπάζω με νερό, τα αφήνω όλη τη νύχτα και τα στραγγίζω. Βάζω σε μια κατσαρόλα το νερό, το πράσο, τα κρεμμύδια, τα δαφνόφυλλα, τα βότανα, τον κύβο και τα ρεβύθια. Τα βράζω, χαμηλώνω τη φωτιά, σκεπάζω και σιγοβράζω για μία περίπου ώρα. Προσθέτω το λάχανο, το μπρόκολο και το σέλινο, σκεπάζω και σιγοβράζω για άλλα 15’ λεπτά, μέχρι να μαλακώσουν τα λαχανικά. Αφαιρώ τα δαφνόφυλλα πριν σερβίρω. 

Παρασκευή 25 Νοεμβρίου 2011

Ζύμες και φύλλα...


Φύλλο για μικρές (ατομικές) πίτες

Το να ανοίγει κάποιος δικό του φύλλο το θεωρούσα ανέκαθεν ύπατη καταξίωση στην κουζίνα… Για καιρό έφτιαχνα πίτες χρησιμοποιώντας φύλλο «Θρακιώτισσα» (πολύ καλό για έτοιμο) ή εκείνο που αγόραζα από το εξειδικευμένο σε ζύμες μαγαζάκι της γειτονιάς μου, και έχοντας πάντοτε επίγνωση ότι το χειροποίητο φύλλο της στιγμής θα είναι πάντα ασυναγώνιστο. Μέχρι που βρήκα το θάρρος και αγόρασα έναν πλάστη...
Μετά έμαθα (από την κυρία Σόφη, την Αυστριακή-!-μητέρα ενός φίλου) ότι τα υλικά που συνήθως χρησιμοποιούνται για το παραδοσιακό χωριάτικο φύλλο για πίτες είναι:

Αλεύρι  (για 5-7 φύλλα, για ταψί στρογγυλό με διάμετρο 36 cm*)
Νερό (βρύσης, όσο χρειαστεί για να ζυμώνεται το αλεύρι χωρίς να κολλάει στα χέρια)
Αλάτι (1 κ.γλυκού)
Ελαιόλαδο (1 ποτήρι του νερού)
Ξύδι (2 κ. σούπας)


*Το ταψί που θα χρησιμοποιήσουμε καλό είναι να είναι ρηχό, ώστε να ψηθεί καλύτερα η πίτα∙ κάτι που έμαθα πολύ πρόσφατα, όπως και το ότι τέτοιο ταψί που προορίζεται για πίτες έχει ειδικό όνομα και λέγεται «σινί». 
Έμαθα επίσης ότι μπορεί κανείς να το βρει και στην Αθήνα σε κάποια λίγα μαγαζιά… (Θα ενημερώσω το ιστολόγιο με όποια νέα ασφαλή πληροφορία έρθει στην κατοχή μου!)

Είπα λοιπόν να δοκιμάσω την τύχη μου αρχικά φτιάχνοντας μικρές μηνοειδείς πιτούλες, προτού τολμήσω να ανοίξω μεγάλα και λεπτά φύλλο για ολόκληρο ταψί…
Ακολουθώντας κατά γράμμα το παράδειγμα της κας Σόφης, καθώς έφτιαχνε μαραθόπιτες (κράτησα τη συνταγή, και θα την αναρτήσω σε ειδικό άρθρο)…

Για 12 πιτούλες (ένα ταψί) θα χρησιμοποιήσουμε τα προαναφερθέντα υλικά στο ήμιση. Και η διαδικασία έχει ως εξής:

Βάζουμε το αλεύρι σε μια λεκάνη. Ρίχνουμε το αλάτι, το λάδι και το ξύδι. Τέλος ρίχνουμε και νερό λίγο λίγο, πρώτα για να ανακατευτούν κάπως τα υλικά και όταν δούμε ότι μπορεί να ζυμωθεί, αρχίζουμε να ζυμώνουμε. Αν η ζύμη είναι πολύ σφιχτή ρίχνουμε λίγο ακόμα, αλλά ποτέ τόσο ώστε να είναι αραιή και να κολλάει στα χέρια. Αν δούμε ότι κολλάει στα χέρια ρίχνουμε κι άλλο αλεύρι. Τη ζυμώνουμε ώστε να γίνει μια συμπαγής μαλακιά μπαλίτσα, σαν πλαστελίνη. Αφού την «ταλαιπωρήσουμε» αρκετά με τα χεράκια μας, την τυλίγουμε σε διαφανή μεμβράνη και τη βάζουμε στη λεκάνη της να «ξεκουραστεί», για όσο περισσότερο χρόνο γίνεται (καλύτερα για 3 ώρες τουλάχιστον. Αν την αφήσουμε πάνω από 12 ώρες, τη βάζουμε στο ψυγείο).
Όταν έρθει η ώρα, της αφαιρούμε τη μεμβράνη και την παίρνουμε ξανά στα χέρια μας, ξαναζυμώνοντάς την για λίγο. Πασπαλίζουμε με αλεύρι ένα σταθερό και ευρύχωρο σημείο στην κουζίνα μας (πάγκος ή τραπέζι), κόβουμε ένα κομμάτι από τη ζύμη  (στο μέγεθος ενός πορτοκαλιού) και το ανοίγουμε με τον πλάστη, να γίνει στρογγυλό. Παίρνουμε ένα στρογγυλό πιατάκι ή ταψάκι, διαμέτρου περίπου 10-15 cm, το τοποθετούμε πάνω στο ανοιγμένο φύλλο και με ένα μαχαιράκι κόβουμε το γύρω-γύρω, ώστε το φύλλο που θα ανοίξαμε να έχει τέλεια στρογγυλό σχήμα. Το ζυμάρι που περισσεύει θα το ενώσουμε με το ζυμαρι που θα κόψουμε για την επόμενη πιτούλα, για την οποία θα επαναλάβουμε τη διαδικασία. Στο ολοστρόγγυλο φύλλο που έχουμε μπροστά μας βάζουμε μια κουταλιά από τη γέμιση που έχουμε ετοιμάσει (όποια κι αν είναι αυτή) και την κλείνουμε στη μέση σαν μισοφέγγαρο, βουτώντας τα δάχτυλά μας σε μπολάκι με νερό και πιέζοντάς τα πάνω στο ένα μισό χείλος της ζύμης, ώστε όταν διπλωθεί και έρθει το άλλο μισό ακριβώς από πάνω, να κολλήσουν μεταξύ τους καθώς θα τα πιέσω (το νερό είναι συγκολλητική ουσία για το ζυμάρι).
Σε μια λαμαρίνα έχω απλώσει λαδόκολλα (προσοχή, να είναι καλής ποιότητας, για να μην κολλήσει στις πίτες) ή μια στρώση λάδι και εκεί πάνω βάζω μία-μία τις πιτούλες καθώς τις φτιάχνω. Στο τέλος τις λαδώνω με ένα πινέλο από πάνω, τις τρυπάω με μαχαιρι ή πιρούνι σε κάποια σημεία για να μη φουσκώσουν και τις ψήνω σε προθερμασμένο φούρνο στους 220 βαθμούς, για μισή ώρα περίπου, μέχρι να ροδίσουν.  


Αυτά προς το παρόν. Επειδή το κεφάλαιο «πίτες» και «ζυμάρια» είναι μεγάλο και επειδή είμαι κι εγώ μαθητευόμενος μάγος, θα ενημερώνω συνεχώς το ιστολόγιο με όποιες νέες γνώσεις και νέες κατακτήσεις…